- ὀκτάτομος
- ὀκτά-τομος, ον,A divided into eight tomes,
βίβλος Alex.Trall.7.9
.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
βίβλος Alex.Trall.7.9
.Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
οκτάτομος — και οχτάτομος, η, ο (ΑΜ ὀκτάτομος, ον) αυτός που αποτελείται από οκτώ τόμους ή που διαιρείται σε οκτώ τόμους («οκτάτομη εγκυκλοπαίδεια») … Dictionary of Greek
ὀκτατόμοισι — ὀκτάτομος divided into eight tomes masc/fem/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ὀκτατόμῳ — ὀκτάτομος divided into eight tomes masc/fem/neut dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
-τόμος — Α β συνθετικό παροξύτονων και προπαροξύτονων ουσιαστικών και επιθέτων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στη λ. τόμος* «τεμάχιο, τμήμα, κομμάτι» (< τέμνω). Τα παροξύτονα ονόματα σε τόμος είναι αντικειμενικά σύνθετα με α… … Dictionary of Greek
οκτώ — και οχτώ, οι, τα (ΑΜ ὀκτώ, Α και βοιωτ. τ. ὀκτό και ηρακλεωτικός τ. hοκτώ και ηλειακός τ. ὀπτώ, οἱ, αἱ, τὰ) άκλ. απόλυτο αριθμητικό το οποίο εκφράζει την έννοια τής ποσότητας η οποία είναι κατά μία λιγότερη τών εννέα και κατά μία περισσότερη τών… … Dictionary of Greek
οχτάτομος — η, ο βλ. οκτάτομος … Dictionary of Greek